Οι παρόντες απόντες

Οι περισσότεροι άνθρωποι ξυπνάμε για να κοιμηθούμε και κοιμόμαστε για να ξυπνήσουμε. Στο απουσιολόγιο της ζωής, η πλειοψηφία απουσιάζει. Όμως η ζωή δε λογαριάζει απουσίες, αλλά παρουσίες. Ορθότερα, λοιπόν, πόσοι είμαστε παρόντες τελικά;

Τη ζωή την ανταλλάσσουμε με την επιβίωση. Η πιο ύπουλη συναλλαγή. Αυτό που απομένει είναι μία εσωτερική φωνή να ουρλιάζει «ζήσε», μα εμείς επιδεικτικά την αγνοούμε, την προσπερνάμε επιδεικτικά σε δρόμο διπλής λωρίδας. Δεν φτάνει αυτό, πάμε και με 200…

Βιαζόμαστε ακόμα κι όταν δεν έχουμε λόγο, γιατί μάθαμε να συγχρονίζουμε το «βήμα» μας με αυτό των άλλων.

Άραγε πότε ήταν η τελευταία φορά που απόλαυσες τη βόλτα σου μέχρι τη σχολή, τη λαϊκή ή τη δουλειά; Δε σ’ άφηναν τα κατεβασμένα βλέμματα των διπλανών «ρομπότ»; Ο «κακός» καιρός; Κι αν άφηνες για μια στιγμή τις δικαιολογίες και κοίταζες κατάματα τη γλύκα της ζωής; Ναι, εκείνα τα ξερά φύλλα που πέφτουν στο πεζοδρόμιο, λαχταρούν κι αυτά μία ματιά στον τελευταίο τους χορό…

Βιαζόμαστε να ζήσουμε, μα έτσι δε ζούμε… Τη ζωή δεν πρέπει να την τρώμε στο πόδι, μα να στρώνουμε ευλαβικά τραπέζι και να την τιμάμε… Μ’ ένα αδηφάγο στόμα να μασά μηχανικά – για να μην πω και τηλεκατευθυνόμενα – πώς να την απολαύσουμε;

Μα η ζωή δε συγχρονίζεται με χρονόμετρα, ούτε κλεψύδρες. Μόνο με ένα «τώρα», αυτό το πολύ, αυτό το λίγο…

Εσύ; Αντέχεις να γίνεις απουσιολόγος του εαυτού σου;