Μια μέρα όπως όλες τις άλλες, ίσως λίγο πιο φορτωμένη από ότι συνήθως, έτυχε να συναντήσω μια γυναίκα.
Όπως έτυχε να ακούσω και την ιστορία της.
Ήταν μια κοπέλα 29 ετών. Ονομαζόταν Δάφνη.
Στα 22 της χρόνια, όπως ξεκίνησε να αφηγείται, κάνοντας το καλοκαιρινό της μπάνιο ανέμελη κατά την διάρκεια των διακοπών της, έπεσε πάνω στον μεγάλο της έρωτα. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε.
Τον έλεγαν Γιάννη.
Όπως η ίδια τον χαρακτήρισε, “ήταν ένας άνδρας που τον έβλεπες και σου έπεφταν τα σαγόνια”. Φυσικά, κατάφερε να τραβήξει την προσοχή του (άλλωστε και εκείνη είναι μια αδιαμφισβήτητα όμορφη γυναίκα). Γνωρίστηκαν, ερωτεύτηκαν, βγήκαν, διασκέδασαν και κράτησαν μαζί 2 χρόνια. Όλα της έδιναν την εντύπωση πως τίποτα δε μπορούσε να πάει τόσο λάθος ώστε να χαλάσει αυτήν, την φαινομενικά, αλύγιστη αγάπη.
“Ώσπου μια μέρα, έμεινα έγκυος. Γεγονός μη προγραμματισμένο.”
Η πρώτη απάντηση του “μεγάλου έρωτα της”, στο άκουσμα πως περιμένει παιδί, ήταν : “Ωραία, θα πάμε αύριο κιόλας να το ρίξεις.”
Χωρίς καμία κουβέντα παραπάνω, χωρίς καμία συζήτηση.
“Ήταν κάθετος. Δεν ήθελε το παιδί, αλλά δε λογάριασε ούτε στο ελάχιστο τη δικιά μου ψυχολογία. Εγώ ήμουν αυτή που το κουβαλούσα. Είδα ένα άλλο πρόσωπο εκείνο το βράδυ.”
Όταν εγώ την ρώτησα, εάν εκείνη ήθελε να κρατήσει το παιδί, μου απάντησε πως το κράτησε, όχι το ένα, αλλά και τα δύο. Ήταν δίδυμα, όπως αργότερα έμαθε.
“Μου είπε να διαλέξω. Ή εκείνον ή το παιδί. Και εκεί κατάλαβα πως η αγάπη που έπαιρνα τόσο καιρό δεν ήταν αυτή που νόμιζα.”
Σπούδαζε ακόμα. Ζούσε με τους γονείς της. Φυσικά, κανένας ο οποίος είναι ορκισμένος να σε αγαπά δεν σε βάζει σε αυτήν τη δύσκολη θέση επιλογής. Είναι εγωιστικό και απάνθρωπο.
Όμως απόρησα που τελικά τα κράτησε. Θα μπορούσε να κάνει αργότερα παιδιά, με έναν κατάλληλο άνθρωπο.
“Δε μπορούσα να το ρίξω. Δε μπορούσα να πάρω μια ζωή. Με μεγάλωσε μια οικογένεια με πολλή αγάπη η οποία δε μπορούσε να κάνει παιδιά. Είμαι υιοθετημένη. Ένιωσα πως μου δίνεται μια ευκαιρία.”
Κι έτσι τα κράτησε .Ο Γιάννης εξαφανίστηκε. Δεν ήθελε να τα αναγνωρίσει. Έφυγε για να ζήσει τη ζωή του.
Όμως όταν ήρθε η ώρα να γεννήσει, τελικά κατάφερε μόνο ένα να κρατήσει για πάντα στην αγκαλιά της.
“Το ένα γεννήθηκε με πρόβλημα στην καρδούλα του. Η ηλικία των 24-25 ήταν οριακή για κυοφορεί μια γυναίκα δίδυμα. Και έτσι δεν τα κατάφερε”
Ο πατέρας δεν πάτησε φυσικά στο μαιευτήριο. Όμως τηλεφώνησε.
Και όταν έμαθε ότι το παιδί που μέχρι τότε είχε ξεχάσει ήταν γιος, αποφάσισε να το αποκαλέσει γιο του.
“Πια στέλνει χρήματα όποτε το θυμάται. Παίρνει τηλέφωνο για να πάρει τον μικρό, τις φορές που έχει ξεμείνει από κάτι άλλο να τον απασχολεί. Εγώ είμαι όλη μέρα με το παιδί, εκτός από τις ώρες που δουλεύω.Τότε το κρατάει η μάνα μου.”
Δεν μετάνιωσε ποτέ για την επιλογή της. Άλλωστε αν κάποιος την δει από κοντά θα έλεγε πως σίγουρα αποτελεί μια δυναμική και αποφασιστική γυναίκα. Ντόμπρα.
Πλέον δεν της λείπει ο πατέρας του παιδιού της. Ούτε τον άφησε να την ισοπεδώσει συναισθηματικά, για να πάρει εκείνος αυτό που θέλει.
Η φυγή του την πλήγωσε, φάνηκε στα μάτια της από την πρώτη κιόλας στιγμή που ανέφερε το όνομα του. Όμως έμεινε δυνατή, παρά το ότι είχε να αντιμετωπίσει ένα από τα δυσκολότερα πράγματα που μπορεί να προκύψουν σε μια νέα κοπέλα. Δεν το έβαλε κάτω.
Έκλαψε, πόνεσε, τον μίσησε, ξέσπασε για αρκετό καιρό, και στάθηκε και πάλι στα πόδια της.
Μέσα λοιπόν από όλη αυτήν την ιστορία που μου αφηγήθηκε, έτυχε να καταλάβω πως, επειδή έτυχε να ερωτευθούμε τον λάθος άνθρωπο, δεν σημαίνει πως αν ο έρωτας πάψει να υπάρχει, χανόμαστε και εμείς μαζί του.
Ο έρωτας και η αγάπη είναι δύο πολύ δυνατά πράγματα.
Χτυπούν και τα δύο στην καρδιά.
Όμως, πρέπει να καταλάβουμε πως, ακόμα και αν η καρδιά μας πληγωθεί, πρέπει να την φροντίζουμε.
Και όχι να πιέζουμε κι άλλο τις πληγές της, ζωγραφίζοντας το μυαλό με μαύρο.
Γεμίζοντας το σώμα μας με αρνητικά συναισθήματα, επειδή κάποιος, κάποτε, δε μας φέρθηκε καλά. Επειδή μας παράτησε, επειδή έπαιξε μαζί μας. Ακόμα και αν το χτύπημα ήταν μεγάλο.
Γιατί έχουμε έναν εαυτό να νοιαστούμε.
Και όχι να βυθιζόμαστε, επειδή κάποιος αποφάσισε να μας πετάξει στη θάλασσα.
Γι αυτό λοιπόν, η απάντηση είναι όχι.
Το τέλος της ζωής σου δεν ήρθε με το τέλος ενός έρωτα.
Μπορεί να μην τον συγχώρεσε εν τέλει ποτέ, αλλά έπαψε να τον μισεί και τελικά έζησε.