Τι σκατά θα τους κάνουμε τόσους σωλήνες;
Μετά από ανελέητο προβοκάρισμα στην πλατεία Καλλιθέας σε πολιτικά πηγαδάκια νέων από τον Θάνο και τον Αντώνη, οι απειλές και το ξύλο ήταν αναμενόμενο συμβάν, μέχρι που λίγο πριν τις φάνε για τα καλά κάποιος από το πλήθος φώναξε:
” Άστους ρε συ, χαμένα κορμιά είναι.” . Αυτοί είναι οι lost bodies.
Ο Θάνος και ο Αντώνης έχουν μια φιλία με ρίζες στα παιδικά τους χρόνια, συν-Καλλιθεώτες με κοινό την αγάπη για τη μουσική, τους χορούς και τα παιχνίδια. Ο Θάνος παίζει δημοτικά με παραδοσιακά όργανα και ο Αντώνης ηλεκτρική κιθάρα. Ωστόσο η αγάπη για την punk, την underground, την ηλεκτρονική και την πειραματική μουσική που άρχισε να βρίσκει γερό έδαφος στην Ελλάδα αποτέλεσε το έναυσμα για τη δημιουργία μας σειράς αυτοσχεδιασμών που εν τέλει στεγάστηκαν κάτω από το όνομα Us and Us (ναι, “εμείς κι εμείς”). Οι επιρροές από καλλιτέχνες και σχήματα όπως ο Γιάννης Ξενάκης, οι Moot Point, οι Εκτός Ελέγχου, οι Last Drive και το Δημοσιοϋπαλληλικό Ρετιρέ ήταν εμφανείς. Οι αυτοσχεδιασμοί αυτοί παίρνουν τη μορφή ευρύτερων συλλογών σε κασέτες, οι Us and Us φέρουν επισήμως τον τίτλο των κασετουργών. Οι κασέτες, ωστόσο, δεν ήταν – και ούτε θα μπορούσαν να είναι άλλωστε – προϊόντα μαζικής παραγωγής με επιμελώς τυπωμένα εξώφυλλα στις θήκες τους. Ο Θάνος διατηρούσε με τον αδελφό του κατάστημα με είδη προικός, απ’ όπου φρόντιζε να ξεκλέβει υλικά για την προσωπική χειροποίητη επιμέλεια της κασέτας, η οποία έφερε με αυτόν τον τρόπο τη δικιά της ξεχωριστή δημιουργική απόχρωση.
Το 1988 ο ήχος στις κασέτες
και οι κατευθύνσεις του Θάνου και του Αντώνη (κασετουργός Θ. και κασετουργός Α.)
ξεκαθαρίζονται και τα κομμάτια
κυκλοφορούν πλέον κάτω
από το όνομα Lost Bodies.
Τη δεκαετία του ’80 και του ’90, οι ερασιτεχνικές δουλειές των underground καλλιτεχνών γίνονταν ευρέως γνωστές μέσω των fanzine, τα οποία αποτελούσαν μια μορφή homemade εντύπου που διαδιδόταν από χέρι σε χέρι. Η “Δο Ντίεση” ήταν η πρώτη επίσημη κασέτα που κυκλοφόρησε από τους Lost Bodies και στηρίχθηκε ιδιαίτερα από το Rollin’ Under (Θεσσαλονίκη), τις σκιές του Β23 (Αθήνα) και τους underground ραδιοφωνικούς σταθμούς όλης της επικράτειας (ραδιόφωνα των Ζήλος, Φράγκος, Δασκαλόπουλος, Κατσούρης).
Χωρίς, ωστόσο, κάποια γερή βάση, οι δρόμοι του Θάνου και του Αντώνη ανάμεσα σε ταξίδια στη Ρόδο και τις ερωτικές απογοητεύσεις, παίρνουν διαφορετικές κατευθύνσεις. Ένα τηλεφώνημα του Γιάννη Αγγελάκα και η πρόταση του για την κυκλοφορία του μέχρι τότε έργου τους σε cd έφερε τον κασετουργό Α. και τον κασετουργό Θ. ξανά στο ίδιο δωμάτιο και γέννησε εκ νέου την ίδια σπίθα για τα χαμένα κορμιά της underground σκηνής.
Οι Lost Bodies δίνουν το πρώτο live τους το ’97 στο Indie Free. Ο Αντώνης δεν παίζει. Δεν έχει παίξει ποτέ σε live μέχρι και σήμερα. Η πρώτη συναυλία, αφενός ξεδιάλυνε το μύθο γύρω από τα ακουστά αλλά ποτέ εμφανιζόμενα πρόσωπα των Lost Bodies, και αφετέρου δικαίωσε την αναμονή για την πρώτη τους εμφάνιση με τον καλύτερο τρόπο, καθώς συνέδεσε τους καλλιτέχνες με το κοινό με ένα ακατανίκητο συναίσθημα, την πόρωση. Έκτοτε, κι ας έχουν περάσει 20 χρόνια, ο Θάνος και οι Lost Bodies που φιλοξενούν στο όνομα τους τον Γιώργο και τον Κωνσταντή στην κιθάρα, τον Βασίλη στο μπάσο, τον Παύλο στα ντραμς και την Θάλεια στα πλήκτρα εξακολουθούν να κρατάνε την πόρωση ζωντανή μέσα στις στοές, στα πανεπιστήμια και στις καταλήψεις.
Για τον Θάνο, η punk δεν είναι παρά ένα προίον όσμωσης που προέκυψε από την “εξημέρωση” της rock. Η punk είναι το πιπέρι σε μια μουσική σκηνή που έχει χάσει την αυθάδεια και την εκκεντρικότητα της. Η άλλοτε έντονη αντιδραστικότητα της rock στην Ελλάδα την μετα-χουντική περίοδο μπαίνει σε καλούπια καθιστώντας την γέννηση της punk αναγκαιότητα, όχι για να σπάσει τα καλούπια αυτά, αλλά για να συνεχίσει να μάχεται στην θέση όσων κατέθεσαν τα όπλα ή – έστω και προσωρινά – τα εγκατέλειψαν.
Η μουσική των Lost Bodies εξελίσσεται ταυτόχρονα με τα μέλη τους και λέγοντας μέλη ο Θάνος δεν εννοεί μόνο τους επί της σκηνής προβαλλόμενους. Η punk των χαμένων κορμιών ψηφικοποιείται, ο ποιητικός λόγος εναρμονίζεται με τα homemade samples του Αντώνη και συνυφαίνεται με ηλεκτρονικούς πειραματισμούς. Άλλωστε, κατά κασετουργό Θ., οι μουσικές φόρμες υπάρχουν για να επεξεργάζονται και να τροποποιούνται στα νήματα της σκέψης του δημιουργού.
Αν ρωτήσεις σήμερα τον Θάνο να σου περιγράψει τους Lost Bodies με μια λέξη θα σου πει “μόλυνση”. Μάλλον επειδή η λέξη πόρωση έχει αναφερθεί σε κωμικά εκτεταμένο βαθμό. Αν τολμήσεις βέβαια να αναρωτηθείς για την προσωπική του ουτοπία, θα σου απαντήσει πως η μουσική του είναι το πέρασμα του σε αυτήν. Μέσα σε ένα διάστημα δραστηριοποίησης 30 χρόνων, λοιπόν, οι Lost Bodies έχουν βγάλει σε άλμπουμ τις δικές τους συμπυκνωμένες ουτοπίες με τα ονόματα “Γενετικά Καθαροί”, “Brutal”, “Ζωή”, “Όσμωση” και πολλά άλλα ακόμη που ίσως δεν έχουν ακουστεί και ποτέ. Οι μουσικές των Lost Bodies έκαναν εμφάνιση και σε θεατρικές σκηνές υπό την καθοδήγηση του σκηνοθέτη Νίκου Φιλίππογλου.
Σε κάθε κοινωνία, ωστόσο, όσο ουτοπική και ιδεατή κι αν θέλεις να την αποκαλέσεις πάντα θα υπάρχει μια γωνία, και κυρίως μια σκηνή, για τα χαμένα κορμιά. Κι αν είμαστε αρκετά τυχεροί ίσως αυτά τα χαμένα κορμιά να είναι ο Θάνος και ο Αντώνης να γελάνε ακατάπαυστα κατά την διάρκεια μιας ηχογράφησης. Χαμηλόφωνα, ωστόσο, για να μην ερεθίζεται ο φθόνος των εχθρών τους.
“Τα πράγματα έχουν αλλάξει, οι εποχές έχουν αλλάξει, δε ζούμε και σε καμιά ζούγκλα…ξέρω ‘γω; Ναι…ναι θα το πω τελικά ότι και οι σωλήνες… ναι, και οι σωλήνες χρειάζονται. Τι να κάνουμε δε ζούμε και σε καμιά σπηλιά ρε παιδιά. Πολιτισμός είναι αυτός.”