Φαντάσου ότι υπάρχει ένα τεντωμένο σχοινί. Από κάτω κενό και από πάνω εσύ. Ακροβατείς. Από τη μια πλευρά του σχοινιού, η ζωή, και από την άλλη ο θάνατος, κι εσύ ανάμεσά τους γέρνοντας πότε από τη μια και πότε από την άλλη. Το σχοινί ανά πάσα στιγμή μπορεί να κοπεί, μπορεί, ακόμη, η ισορροπία σου να χαθεί και να χαθείς και εσύ μαζί της. Χάνεσαι, όμως, στ΄αλήθεια; Και αν ναι, υπήρξες όντως ποτέ;
Υπήρξες, ναι, αλλά δε χάνεσαι. Έζησες για εσένα, άφησες πίσω σου μια παρακαταθήκη, μικρή ή μεγάλη. Έζησες, ζεις και θα συνεχίσεις να ζεις μέσα από τους ανθρώπους που άγγιξες και θα χαθείς πραγματικά μόνο αν σε ξεχάσουν. Δυστυχώς, όμως, η στιγμή που θα είσαι πιο ζωντανός στα μάτια και στη θύμησή τους είναι αυτή λίγο πριν και λίγο μετά τον θάνατό σου. Ίσως από νοσταλγία, ίσως από τύψεις, ίσως πάλι από τη συνειδητοποίηση ότι ο θάνατος δεν είναι κάτι μακριά από αυτούς, κάτι που συμβαίνει μόνο στους άλλους.
Πόσο λυπηρό αυτό. Περνάμε μια ζωή ισορροπώντας, συγκεντρωμένοι μπροστά, φοβούμενοι μην πέσουμε, τόσο πολύ που ξεχνάμε να γείρουμε προς τη ζωή παρά μόνο πριν σκοντάψουμε στον θάνατο. Επικεντρωνόμαστε στο να αποκτήσουμε υλικά και likes και όχι συναισθήματα και αναμνήσεις. Επαγγελματική και όχι προσωπική ευτυχία. Προσηλωνόμαστε στις οθόνες, στις υποχρεώσεις και στα άγχη μας, αγνοώντας και λησμονώντας τους ανθρώπους που βρίσκονται δίπλα μας. Μέχρι που μια μέρα θα στρέψουμε το κεφάλι και γύρω μας θα αντικρίσουμε σβηστά χαμόγελα, κλειστά μάτια, κομμένα σχοινιά και χαμένες στιγμές. Και έτσι αργά θα συνειδητοποιήσουμε πως η ευτυχία δεν ήταν σε αυτά που εμμονικά κυνηγούσαμε, αλλά σε αυτά που αφήναμε πίσω.