Perfect Blue Review

Ο Satoshi Kon ως σκηνοθέτης, animator, σεναριογράφος και εικονογράφος manga,
θα μπορούσε να συνδιαστεί με την θεματική της δυαδικότητας. Από το Paranoia
Agent (2004) που παρουσιάζει έναν κόσμο συσχετισμόυ αλήθειας – υστερίας, το
αντίστοιχο συνονθύλευμα ονειρικού τοπίου – αφύπνισης στο Paprika (2006), μέχρι
και στην πάλη ανάμεσα στην φαντασία – πραγματικότητα στο Opus (1995), το
πρωτότυπο manga του. Ως δημιουργός, λοιπόν, ο Satoshi Kon ανέκαθεν ήταν έντονα
επικεντρωμένος στην εξερεύνηση του τι μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε
διαφορετικές καταστάσεις ύπαρξης και το καλύτερο παράδειγμα αυτής της
θεματικής είναι στο κινηματογραφικό ντεμπούτο του, το 1997, με τo
ιαπωνικό ψυχολογικό θρίλερ anime Perfect Blue.


Μια εφιαλτική ματιά στην δυαδικότητα που υπάρχει ανάμεσα στο άτομο και τον
περσοναλισμό του ατόμου. Το ερώτημα που το Perfect Blue παραθέτει είναι το τι
γίνεται όταν χάνουμε τον έλεγχο της περσόνας μας, όταν αυτή γίνεται οντότητα
μέσα από τον εαυτό μας και τελικά διαπλάθει την προσωπικότητα μας σύμφωνα με
τις δικές της προδιαγραφές.


Από τα πρώτα λεπτά βλέποντας το Perfect Blue, μπορεί κάποιος να προσέξει την
διαφορά του σε σχέση με την τυπική εικόνα των anime της δεκαετίας του 90, με τα
έντονα χρώματα και τους εξαιρετικά στυλιζαρισμένους χαρακτήρες, μια αισθητική
που δεν μπορεί να εντοπιστεί στην προκείμενη ταινία όπως ούτε στα περισσότερα
έργα του Kon.


Αντιθέτως το Perfect Blue αποδίδει χαρακτήρες πιο ρεαλιστικά με ελάχιστους
ανθρώπους να εμφανίζονται ελκυστικοί καθώς οι περισσότεροι φαίνονται απλοί και
συνηθισμένοι, κάνοντας έτσι τους πιο αντικειμενικά όμορφους χαρακτήρες να
ξεχωρίζουν για να τονιστεί εξ αρχής η διαφορά και στην αντιμετώπιση τους και στις
πιθανές καριέρες τους. Ο κόσμος που μας προβάλλεται στην οθόνη αισθάνεται
αληθινός και όχι τόσο διαφορετικός από τον δικό μας, έτσι όταν απαίσια γεγονότα
διαδραματίζονται είναι δυσκολότερο να αποστασιοποιηθείς από αυτά. Αυτή η βία
που αντικατοπτρίζει το Perfect Blue είναι ψυχρής, ρεαλιστικής και βαθύτατα
ανησυχητικής φύσης, καθώς δεν αφόρα την μάχη ανάμεσα σε καλούς και κακούς,
αλλά την σύγκρουση ανάμεσα στον επιτιθέμενο και το θύμα.


Κεντρικός χαρακτήρας στον κόσμο αυτό είναι η Mima Kirigoe, ένα νέο είδωλο της
ποπ σκηνής και μέρος του μουσικού γκρούπ CHAM. Στην πρώτη σκηνή η Mima
ανακοινώνει πως αφήνει την καριέρα ως ποπ σταρ ώστε να επιδιώξει μια καριέρα ως
ηθοποιός – μια απόφαση που αφενός δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή ιδίως από τους
πιο φανατικούς θαυμαστές της και αφετέρου πυροδοτεί μέσα της μια βαθύτερη
πάλη, ένα σκοτεινότερο κομμάτι του εαυτού της που αρνείται να της επιτρέψει να
προχωρήσει.


Αυτή η παραφροσύνη σύντομα παίρνει την σωματική μορφή της ίδιας της Mima
ντυμένη με τα παλιά κοστούμια της, και αρχίζει να εμφανίζεται στην
καθημερινότητα της, ξεκινώντας με αυτό τον τρόπο το σουρεαλιστικό ταξίδι του
συνεχή παραλογισμού ανάμεσα στην αίσθηση της πραγματικότητας και αυτή της ψευδαίσθησης σε βαθμό που ο διαχωρισμός τους γίνεται δυσδιάκριτος τόσο για την
Mima, όσο και για τον θεατή.


Καθώς οι σκηνές ενώνονται μεταξύ τους και το χρονοδιάγραμμα της ταινίας γίνεται
ακατανόητο, η Mima γρήγορα χάνει την λογική της για το ποια είναι η ταυτότητα
της και ποιος ο σκοπός της καριέρας της ενώ ταυτόχρονα ακολουθείται από έναν
εμμονικό με την ποπ περσόνα της, επικίνδυνο θαυμαστή. Σε αντίθεση με πολλές
ταινίες τρόμου, η κατάσταση της Mima δεν παρουσιάζεται ηδονοβλεπτική, αλλά
περίλυπη και ο λόγος που η ταινία το καταφέρνει αυτό είναι εξαιτίας του πόσο
ολοκληρωμένα η Mima καθιερώνεται ως χαρακτήρας.


Το Perfect Blue καταφέρνει να αναλύσει όχι μόνο το φαινόμενο του ποπ εικονιδίου,
και τις θυσίες που γίνονται για την φήμη αλλά και την σκοτεινή πλευρά της
βιομηχανίας, τον κίνδυνο της εμμονικής φύσης των θαμαστών και τέλος το
ψυχολογικό αντίκτυπο που έχουν αυτά στον καλλιτέχνη. Αυτός είναι άλλωστε ο
πρωταρχικός φόβος που απεικονίζεται, η διαφορετική σύλληψη του εαυτού μας από
άλλους, και το πώς εκείνη η σύλληψη μπορεί να γίνει πραγματικότητα. Και ενώ
υπάρχουν αρκετές σκηνές έντονης βίας και τρόμου, η πραγματική φρίκη είναι η
εικόνα ενός ανθρώπου να χάνει τον εαυτό του, γιατί αν κάποιος δεν έχει την
ταυτότητα του, στο τέλος τι του έχει απομείνει;

Comments are closed.