Γεννιόμαστε γυμνοί και πεθαίνουμε ντυμένοι. Στο ενδιάμεσο, αρχικά οι γονείς μας και στη συνέχεια εμείς οι ίδιοι, φοράμε τα κοινωνικά “πρέπει”, ακολουθούμε τη μάζα, γινόμαστε ένα με τον όχλο, έχοντας τον ενδόμυχο φόβο της απομόνωσης και της μοναξιάς. Εν τέλει ζούμε μια άλλη ζωή, γεμάτη με τα «θέλω των άλλων», και εμείς παρατηρητές της ύπαρξής μας.
Πόσο διαφορετική η συμμόρφωση σε κανόνες, για τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας με όρια και σεβασμό στο συνάνθρωπο, στα ζώα και στη φύση, και πόσο διαφορετικός ο κομφορμισμός. Ο τελευταίος είναι η πνευματική υποταγή μας στα λόγια των πολλών, ακόμα και αν η συνείδησή μας είναι αντίθετη και θέλει να επαναστατήσει. Όπως επαναστάτησε η πρώτη μάνα που αγκάλιασε το ομοφυλόφιλο παιδί της, όπως σήκωσε ανάστημα η πρώτη γυναίκα που φόρεσε παντελόνια και ψήφισε, χωρίς το εκ των προτέρων, σταυρωμένο από τον σύζυγο, ψηφοδέλτιο. Για να εξελιχθεί μια κοινωνία και να ευδοκιμήσει χρειάζεται ρομαντικούς αντικομφορμιστές, που είναι σε επαφή με το συναίσθημά τους, που ως εκ τούτου ξέρουν τις ανάγκες τους, και εν συνεχεία «επαναστατούν». Επανάσταση απέναντι στα στερεότυπα, στο σύνδρομο της γειτονιάς και στην εμμονική προσκόλληση του ανθρώπου να τον νοιάζει τι θα πει ο κόσμος.
«Η σημερινή εξέλιξη του πολιτισμού σχετίζεται άμεσα με την κοινωνική και πολιτική αδράνεια καθώς και την παθητικότητα που χαρακτηρίζουν τον σύγχρονο κόσμο»
Κ. Καστοριάδης
Η επανάσταση όμως έπεται της ενσυνειδητότητας. Η πιο σημαντική επίπτωση του κομφορμισμού είναι η απώλεια της μοναδικής ταυτότητας του ατόμου και η δημιουργία ανθρώπων πανομοιότυπων, που δεν ξέρουν ακριβώς τι θέλουν, γιατί δεν άκουσαν ποτέ την ψυχή τους, αλλά όλους τους άλλους. Γιατί όλοι οι άλλοι δεν τόλμησαν να κοιτάξουν μέσα τους, προτίμησαν να ασχολούνται με τις ζωές των υπολοίπων. Οι άνθρωποι φοβούνται πια, την ίδια τους τη φύση και δεν την αφήνουν να ευδοκιμήσει, ενώ κατά τον Ουγκώ «αυτή είναι το πραγματικό νόημα και πρέπει να ανεβαίνει στην επιφάνεια». Αγνοώντας τις πηγαίες τους ανάγκες, τα ταλέντα και τις ευαισθησίες τους· οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τη ζωή σαν ένα μαραθώνιο όπου τρέχουν να πάρουν πτυχία, να βγάλουν λεφτά, εικάζοντας ότι θα καλύψουν τα κενά τους. Στο τέλος της ημέρας, όμως, το ανικανοποίητο είναι κάθε βράδυ εκεί, χαμογελώντας τους ειρωνικά για τη ζωή που δε έζησαν.
«Ζούμε στην πιο κομφορμιστική εποχή της ιστορίας μας» έγραψε ο Κ. Καστοριάδης, ο οποίος ευελπιστούσε στην πολιτιστική μας αναγέννηση. Για να καταφέρουμε όμως την αλλαγή και την εξέλιξη πολιτιστικά, πρώτα ας αντισταθούμε στη μαζοποίηση, ας βουτήξουμε βαθιά στην ψυχή μας δίχως να μας απασχολεί τι θα πει ο κόσμος για τις επιλογές μας. Ας ακούσουμε, επιτέλους, προσεκτικά μόνο τις φωνές που αντηχούν από τον εσωτερικό μας κόσμο.