Σαν σήμερα φεύγει ο Νίκος Καζαντζάκης. Πρόκειται για ένα όνομα που λίγο πολύ έχει ακουστεί σε όλα τα σπίτια. Ένα όνομα που είτε τον έχει διαβάσει κάποιος είτε όχι, το γνωρίζει. Ένα όνομα που έχει ταυτιστεί με τη νεότερη ελληνική διανόηση και λογοτεχνία. Ένα όνομα που είναι γνωστό στα πέρατα του κόσμου για την ελευθερία της σκέψης του.
Ο Νίκος Καζαντζάκης πολεμήθηκε πολύ και εν ζωή και μετά θάνατον. Ήταν βλέπετε ένας άνθρωπος πολύ μπροστά από την εποχή του , που προσπάθησε να τραβήξει την εποχή αυτή μπροστά. Και αυτό ήταν κάτι που δεν άρεσε στους πολλούς. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που γύρισε πολλές πόλεις και χώρες. Έναν άνθρωπο ανήσυχο, που διάβαζε και ενημερωνόταν συνεχώς και που είχε το θάρρος να αλλάζει τις απόψεις του όταν εκείνος έκρινε ότι έκανε τελικά λάθος. Ο άνθρωπος αυτός προσπάθησε να δει τον Θεό με τα ίδια του τα μάτια και γράφοντας: “Θεό έχεις μέσα σου, Θεό κουβαλάς και δεν το ξέρεις -το μαθαίνεις μονάχα την ώρα που πεθαίνεις, μα ’ναι πολύ αργά” παρακινεί όλους μας να βρούμε τον Θεό που κρύβουμε μέσα μας.
Κατηγορήθηκε για αθεΐα, τα έργα του απαγορεύτηκαν και ο ίδιος περιθωριοποιήθηκε. Σύμφωνα με τον ίδιο μια τέτοια κατηγορία ,όπως αυτή της αθεΐας, δεν ευσταθούσε. Πολλές φορές μίλησε για τον Θεό στα έργα του. Ποτέ απαξιωτικά. Πάντα, όμως, με μια κριτική διάθεση, ενώ δε λείπουν και οι φορές που αναφέρεται σε Εκείνον με έναν γλυκό τρόπο. Φαίνεται πως ο Καζαντζάκης ασπάζεται έναν δίκαιο Θεό , στοργικό. Έναν Θεό που συγχωρεί. Μακριά από σταυροφορίες, θεϊκές τιμωρίες και ιερές εξετάσεις. Δεν ξέρω τι ισχύει ακριβώς για τον θρησκευτικό προσανατολισμό του. Ξέρω, όμως, σίγουρα ότι η Εκκλησία τον πολέμησε πολύ περισσότερο από όσο την πολέμησε εκείνος, αν εν τέλει την πολέμησε.
Ταυτόχρονα με την Θεό, όμως, αγάπησε βαθιά και τον άνθρωπο. Τον ύμνησε στο έργο και τον εξύψωσε προκειμένου να τον ταυτίσει με την αιωνιότητα του πνεύματος και το άφθαρτο της ψυχής που καθένας από εμάς κρύβει μέσα του.”Ποτέ μην αναγνωρίσεις τα σύνορα του ανθρώπου! Να σπας τα σύνορα! Ν’ αρνιέσαι ό,τι θωρούν τα μάτια σου. Να πεθαίνεις και να λες: Θάνατος δεν υπάρχει!” , έγραψε, ενώ ταυτόχρονα πρέσβευε το “Αγάπα τον άνθρωπο, γιατί είναι εσύ”.
Λυπεί όλους μας που η ίδια η χώρα μας φρέναρε, τουλάχιστον δύο φορές, την υποψηφιότητά του για βράβευση του με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Μπορεί να μην πήρε τελικά το Νόμπελ, κέρδισε όμως κάτι πολύ μεγαλύτερο. Την αθανασία που ταιριάζει σε ένα πνεύμα σαν το δικό του. Και είμαι σίγουρος ότι νιώθει πραγματικά “λέφτερος” εκεί στο Μαρτινέγκο κοιτάζοντας την Κρήτη .