Κάλεσμα για Ανάστά(τω)ση

Όταν ήμουν μικρός, η φράση «τα όρια υπάρχουν για να τα ξεπερνάμε» μου άρεσε πολύ και θεωρώ ότι με χαρακτηρίζει μέχρι και σήμερα. Αυτό που είχα στο μυαλό μου φυσικά ήταν η επίτευξη στόχων, συνήθως στον ακαδημαϊκό και τον αθλητικό στίβο. Κανένας δε θα μου έβαζε όρια στο που μπορώ να φτάσω και αν αυτό συνέβαινε, εγώ ήμουν διατεθειμένος να τα ξεπεράσω.

Μέχρι και πριν από ένα χρόνο περίπου δε θα μπορούσα να φανταστώ ότι η λέξη «όρια» θα αποτελούσε σήμερα περιορισμό των ατομικών μου ελευθεριών και όχι απλά φρένο σε ένα μεγαλεπήβολο παιδικό όνειρο. Στην αρχή σκέφτηκα –όπως και η πλειοψηφία των πολιτών- πως αυτό γίνεται για ένα ακόμα πιο μεγαλεπήβολο στόχο, την προστασία της δημόσιας υγείας, οπότε έκανα αυτό που η λογική απαιτούσε.

Εκείνο τον καιρό, το πρώτο μου κείμενο στο εγχείρημα που ονομάσαμε Young & Curious έλεγε “A distant, new world” παραφράζοντας το σοκαριστικά επίκαιρο βιβλίο του Aldus Huxley. Οι περιορισμοί παραβίαζαν τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων μας, όμως μία πανδημία είναι αρκετή για να παραχωρήσουμε για λίγο καιρό κάποιες ελευθερίες. Στο τέλος, έθεσα ένα δίλημμα στον αναγνώστη: Είτε θα επιλέξουμε να παραχωρήσουμε στο κράτος τις ατομικές μας ελευθερίες, δίνοντας το δικαίωμα να τις διαχειρίζεται κατά βούληση, είτε θα πορευτούμε με την επιστήμη, τα μέτρα ατομικής υγιεινής για προστασία μα πάνω από όλα, θα παλέψουμε για ένα βελτιωμένο, θωρακισμένο σύστημα υγείας για όλους.

Το 1ο lockdown πέρασε, μαζί με αυτό οι περιορισμοί και όλα έδειχναν να επιστρέφουν στο φυσιολογικό. Ο τουρισμός ανοίγει χωρίς κανένα μέτρο προστασίας, οι μήνες περνάνε, τα κρούσματα αυξάνονται, και το Νοέμβριο τα νοσοκομεία έχουν «ξεπεράσει τα όριά τους». Η καραντίνα επιστρέφει και μαζί το 13033. Μόνο που αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά.

Χρησιμοποιώντας το lockdown, ποινικοποιούνται βασικά συνταγματικά δικαιώματα . Στοχοποιείται όποιος διαμαρτύρεται, ως υπεύθυνος για την διασπορά της νόσου, ενώ οι κρατικές ευθύνες για την υποστελέχωση του ΕΣΥ αγνοούνται. Πολίτες τραμπουκίζονται αναίτια ενώ κάνουν τη βόλτα τους, και ενώ το παράδειγμα της Νέας Σμύρνης ήταν το πλέον χαρακτηριστικό, δεν ήταν η εξαίρεση. Παράλληλα θεσπίζονται ριζοσπαστικά νομοσχέδια, όπως αυτό της κατάργησης του οχτάωρου αλλά και της ίδρυσης πανεπιστημιακής αστυνομίας, τα οποία αναπόφευκτα θα βγάλουν κόσμο στο δρόμο, σε μία περίοδο που η πανδημία βρίσκεται σε έξαρση.

Το χειρότερο από όλα όμως είναι ότι καλλιεργείται μία κουλτούρα ιδρυματισμού μέσω των περιορισμών των κοινωνικών συναναστροφών. Απαγόρευση κυκλοφορίας για πάνω από 6 μήνες μετά τις 21:00 (ένα μέτρο που δεν ίσχυε στην πρώτη καραντίνα). Απαγόρευση κυκλοφορίας μετά τις 6 το απόγευμα (!) τα Σαββατοκύριακα, το οποίο εκτός από αυταρχικό μέτρο ήταν και ανόητο καθώς παρατηρήθηκαν ακραία φαινόμενα συνωστισμού αφού οι «επιτρεπόμενες» ώρες ήταν πια λιγοστές.

Το SMS έχει γίνει χαρακτηριστικό της εποχής, παρόλο που η χρησιμότητά του είναι πλέον μηδαμινή. Τη Δευτέρα ανοίγει και η εστίαση όμως το SMS παραμένει, χωρίς να εξυπηρετεί κανένα υγειονομικό σκοπό. Στην ουσία, θα πρέπει να παίρνουμε άδεια για να πάμε για καφέ με ένα φίλο, και ενώ όλα πλέον θα λειτουργούν, θα πρέπει να πάρουμε άδεια για να πάμε βόλτα ακόμα και το σκύλο μας. Το 13033 θα καταργηθεί μόλις ανοίξει και επίσημα ο τουρισμός, και αυτό πρέπει να μας προβληματίζει. Οφείλω να αναγνωρίσω πως ο τουρισμός είναι κινητήριος μοχλός της οικονομίας μας, και δεν υποβαθμίζω τη σημαντικότητα του, ωστόσο με ανησυχεί ο τρόπος που μας αντιμετωπίζει το κράτος σε σχέση με αυτούς «που έρχονται να ακουμπήσουν τα χρήματά τους». Με αρνητικό τεστ, ο τουρίστας έρχεται και μπορεί να πάει όπου θέλει χωρίς SMS, ενώ εμάς δε μας δίνεται αυτή η δυνατότητα. Με λίγα λόγια, πολίτης 2ης κατηγορίας μέσα στην ίδια σου τη χώρα.

Ένα χρόνο αργότερα από εκείνο το δυστοπικό κείμενο η απάντηση στο παραπάνω δίλημμα έχει δοθεί, καθαρά και ξάστερα: Lockdown, περιορισμοί, απαγορεύσεις. Η πολιτική αυτή είναι κρατική ( ναι, και σε πολλές χώρες της Ευρώπης ) όμως η εφαρμογή των αδιανόητα παράλογων περιορισμών* εναπόκειται σε εμάς. Και υπακούμε, γιατί «δεν έχω να πληρώσω 300 ευρώ». Αυτό καταδεικνύει και πόσο ταξική είναι μία απαγόρευση όταν τιμωρείται μονάχα με χρηματικό πρόστιμο αφού αυτός  που έχει την άνεση να πληρώσει, έχει την άνεση να παρακούει το νόμο. Συζήτηση για το επόμενο κείμενο όμως.

Τελικά, η ανησυχία μου δεν στρέφεται προς τα πάνω, στην κυβέρνηση ή τους θεσμούς, γιατί θεωρώ ότι την εξουσία την έχουμε εμείς, ο λαός, και απλά τους έχουμε δώσει την άδεια να τη διαχειρίζονται (Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία). Στρέφεται προς τα κάτω, στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας, σε εσένα, σε εμένα, στον γείτονα και στη φίλη μου.

Με ανησυχεί το πόσο εύκολα παραχωρούμε όλες αυτές τις ελευθερίες, ακόμα και όταν δεν υπάρχει προφανής λόγος. Με ανησυχεί το πόσο εύκολα υπακούμε σε παρανοϊκούς νόμους για να μη μπλέξουμε, ιδιαίτερα όταν αναλογίζομαι τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί στην ιστορία, από ανθρώπους που «απλά ακολουθούσαν εντολές». Με ανησυχεί το πόσες φορές έχω ακούσει τη φράση «λίγο υπομονή ακόμα» από νέους ανθρώπους. Τελικά, δεν αρκεί να είμαστε νέοι, αν δεν είμαστε και ανήσυχοι ταυτόχρονα.

Το περσινό κείμενο, ήταν απλά μία καταγραφή σκέψεων. Αντίθετα, το σημερινό είναι ένα κάλεσμα για αμφισβήτηση, για σκέψη και για Ανάστά(τω)ση. Το μέλλον ανήκει σε εμάς, και είναι καθήκον και ευθύνη μας να συμμετέχουμε στη διαμόρφωσή του. Είναι καθήκον και ευθύνη μας να μείνουν στην ιστορία οι Huxley και Orwell, ως δυστοπικοί συγγραφείς παρά ως προφήτες.

ΥΓ: Τα μαγαζιά ανοίγουν χωρίς μουσική, όμως δείτε το θετικά: Εγώ θα συνεχίσω να βγάζω το ψωμί μου, κάθε Τρίτη 10 με 12 το βράδυ, παίζοντας μουσική στον Owl Radio.